Καθώς τα προσόντα και οι δεξιότητες των μεταφραστών διαφέρουν τόσο στην εγχώρια μεταφραστική αγορά όσο και μεταξύ των διάφορων χωρών (δεν υπάρχει, δυστυχώς, τυποποίηση της μεταφραστικής εκπαίδευσης), ο κλάδος (πρωτίστως οι μεταφραστικές εταιρείες που αγοράζουν τις υπηρεσίες ελεύθερων επαγγελματιών μεταφραστών) αναγκάστηκε εκ των πραγμάτων να αναπτύξει διαδικασίες ελέγχου και επιλογής προκειμένου να επιτυγχάνεται η συνεργασία με ικανούς επαγγελματίες που γνωρίζουν έναν συγκεκριμένο κλάδο, μια συγκεκριμένη αγορά ή μια συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων, ώστε τελικά αυτές οι εταιρείες να εμπλουτίζουν το δίκτυο των συνεργατών/προμηθευτών τους με μεταφραστές κατάλληλων προσόντων και προδιαγραφών για τους ενίοτε τελικούς πελάτες τους. Προκειμένου να επιτευχθεί η όσο το δυνατόν αντικειμενικότερη αξιολόγηση, σταδιακά αναπτύχθηκαν κριτήρια, δείκτες μέτρησης και συντελεστές βαρύτητας.
Ουσιαστικά τα δοκιμαστικά μετάφρασης έχουν ως στόχο να συγκρίνουν τις μεταφραστικές δεξιότητες του υποψήφιου προς συνεργασία μεταφραστή (α) έναντι καθορισμένων «αντικειμενικών» κριτηρίων και (β) έναντι άλλων μεταφραστών, βάσει της εμπειρίας του αξιολογητή για το τι συνιστά, ανάλογα με τη μεταφραστική περίσταση, έναν μέσο αποδεκτό όρο «καλής μετάφρασης», εισάγοντας ουσιαστικά το στοιχείο της υποκειμενικότητας σε μια οιονεί αντικειμενική διαδικασία.[1]
Στο πλαίσιο μιας τυπικής διαδικασίας επιλογής, ο υποψήφιος καλείται να ολοκληρώσει ένα δοκιμαστικό, αφού προηγουμένως έχει στείλει το βιογραφικό του ή έχει συμπληρώσει σχετική ηλεκτρονική αίτηση, και εφόσον κριθεί ότι παρουσιάζει ενδιαφέρον για την εταιρεία (ας μην ξεχνάμε ότι η διεξαγωγή αυτής της αξιολόγησης ενέχει κόστος, είτε πρόκειται για διεύρυνση του δικτύου μεταφραστών είτε για τις συγκεκριμένες ανάγκες νέου πελάτη ή έργου). Βάσει του βιογραφικού, ο μεταφραστής θα κληθεί να δοκιμαστεί στους τομείς που έχει δηλώσει ως ειδικότητα, ή να επιλέξει τον τομέα στον οποίο επιθυμεί να εξεταστεί. Για αυτό δεν θα πρέπει να επιλέξει τομείς που δεν γνωρίζει –αν και οι προοπτικές νέων τομέων αποτελούν πάντα πειρασμό– καθώς οι πιθανότητες αποτυχίας αυξάνονται. Η αποτυχία σε ένα δοκιμαστικό τις περισσότερες φορές κλείνει οριστικά την πόρτα ενός δυνητικού πελάτη.
Ορισμένες φορές αυτά τα δοκιμαστικά αξιολόγησης γίνονται επ’ αμοιβή, ωστόσο τις περισσότερες φορές γίνονται δωρεάν. Αυτή η πρακτική συνεχίζει να προκαλεί αρκετές συζητήσεις, καθώς οι μεταφραστές καλούνται να κάνουν δωρεάν δοκιμαστικά για να αποδείξουν τις ικανότητές τους, ακόμα και αν έχουν καλό βιογραφικό, συστατικές από άλλους πελάτες/εργοδότες ή κάποιο χαρτοφυλάκιο με δείγματα της δουλειάς τους. Σε κάθε περίπτωση, ο μεταφραστής πρέπει να επιλέξει αν τελικά θα εκτελέσει το δοκιμαστικό βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων και να έχει το νου του για «καμπανάκια» που σηματοδοτούν ύποπτα δοκιμαστικά.
Ένα καθοριστικό κριτήριο για τον αν αξίζει να αφιερώσουμε χρόνο για κάποιο δοκιμαστικό, είναι το μέγεθός του. Συνήθως ένα αποδεκτό μέγεθος είναι από 350 έως 500 λέξεις. Δείγματα μεγαλύτερου μεγέθους πρέπει να εξετάζονται μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις, π.χ. λόγω ιδιαιτερότητας του πελάτη και σχετικού ενδιαφέροντος, συνεπώς σε αυτή την περίπτωση ο μεταφραστής θα πρέπει να πάρει ένα υπολογισμένο ρίσκο που μπορεί και να μην αποδώσει. Από την άλλη, φαίνεται ότι τα γραφεία θα προτιμούσαν μεγαλύτερα δοκιμαστικά, καθώς όμως απαιτούν περισσότερο παραγωγικό χρόνο του μεταφραστή, πρέπει να αποζημιώνονται καταλλήλως, συνεπώς είναι σπανιότερα.
Όσον αφορά τη δομή, προβληματικά είναι τα δοκιμαστικά με μικρές προτάσεις από διάφορους τομείς, καθώς δεν επιτρέπουν να φανεί πλήρως η ικανότητα του μεταφραστή. Ένας άλλος παράγοντας είναι οι προθεσμίες παράδοσης, καθώς δεν είναι δυνατόν τα δοκιμαστικά να έχουν προτεραιότητα έναντι αμειβόμενης εργασίας.
Αν και υπάρχουν περιστατικά, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί πόσο εκτεταμένη είναι η εξαπάτηση των μεταφραστών μέσω δοκιμαστικών. Το συχνότερο φαινόμενο είναι η ανάθεση σελίδων από το ίδιο έργο σε πολλαπλούς μεταφραστές, μεταφράζοντας έτσι ολόκληρο το έγγραφο δωρεάν. Επίσης η πραγματοποίηση του δοκιμαστικού με την υπόσχεση εργασίας (ιδιαίτερα αν ο μεταφραστής είναι εξειδικευμένος) που δεν εκπληρώνεται επειδή όταν τελικά το γραφείο κερδίσει τη δουλειά, προτιμά λιγότερο ειδικευμένους και φθηνότερους μεταφραστές.
Συνοψίζοντας, το ιδανικό τυπικό δοκιμαστικό είναι διαχειρίσιμου μεγέθους, χωρίς ασφυκτικές προθεσμίες παράδοσης, κατάλληλης δομής για στοχευμένη εξέταση συγκεκριμένων γνώσεων, που δεν συνοδεύεται από υποσχέσεις εργασίας ως δόλωμα. Οι πιο έμπειροι μεταφραστές μπορούν να αναγνωρίσουν ένα τυπικό δοκιμαστικό από τη δομή και το επίπεδο δυσκολίας.
Από την άλλη, υπάρχουν κάποια σημεία που δεν ελέγχονται με ένα τυπικό δοκιμαστικό: η ποιότητα μιας μακροχρόνιας επαγγελματικής σχέσης, η ικανότητα παράδοσης μεταφράσεων σταθερής ποιότητας, η δυνατότητα αφομοίωσης και χρήσης της ορολογίας του πελάτη, η ικανότητα εφαρμογής του υφολογικού οδηγού του πελάτη, η δυνατότητα βελτίωσης κατόπιν εκπαίδευσης (αν και μερικές φορές τα δοκιμαστικά περιλαμβάνουν οδηγίες για να ελεγχθεί κατά πόσο ο μεταφραστής μπορεί να ακολουθεί οδηγίες). Έτσι, προκειμένου να ελεγχθεί ο τρόπος αντιμετώπισης του κειμένου και της μετάφρασης, αρκετές εταιρείες περιλαμβάνουν πλέον μια ενότητα που καλούν το μεταφραστή να υποδείξει π.χ. τις μεταφραστικές πηγές που συμβουλεύθηκε, τις δυσκολίες που αντιμετώπισε κ.λπ., καθώς επίσης να προσθέσει σχόλια, να ζητήσει διευκρινίσεις (query sheet) ή να θίξει προβλήματα με το κείμενο πηγή. Επίσης, προκειμένου να ελεγχθεί η ικανότητα του μεταφραστή να ανταποκρίνεται σε χρονοδιαγράμματα και προθεσμίες, μπορεί να ζητηθεί η παράδοση δοκιμαστικού σε συγκεκριμένη ημερομηνία και ώρα. Σε αυτό το σενάριο σύνθετης αξιολόγησης, η τελική επιλογή του μεταφραστή αποτελεί συνδυασμό των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης ενός δοκιμαστικού και της εμπειρίας του project manager με τον υποψήφιο.
Ποιος πρέπει να είναι στόχος των μεταφραστών όταν μεταφράζουν ένα δοκιμαστικό; Εκτός και αν τους ζητηθεί ειδικά να είναι δημιουργικοί με τη μετάφραση, δηλ. να κάνουν transcreation[2], ο στόχος είναι να παραμείνουν πιστοί στο πρωτότυπο, και να πετύχουν μια φυσική ροή της μετάφρασης, ώστε να θυμίζει το κείμενο-πηγή. Καθώς αυτοί οι δύο στόχοι συχνά αυτοαναιρούνται, ο μεταφραστής πρέπει να είναι σε θέση να βρίσκει τη χρυσή τομή, ώστε να μην παραμένει πολύ κοντά στο πρωτότυπο, ούτε να ξεστρατεί υπερβολικά από αυτό, καθώς έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες επιτυχίας.
Όσον αφορά την αξιολόγηση αυτή καθ’ αυτή, οι εταιρείες συνήθως δημιουργούν μοντέλα QA (Quality Assessment) προκειμένου να λαμβάνουν σχόλια για την ποιότητα των μεταφράσεων με δομημένο τρόπο, διακρίνοντας κατηγορίες λαθών και συντελεστές βαρύτητας (αριθμητικοί ή περιγραφικοί – minor – major – critical). Βάσει ποιων κριτηρίων εξετάζουν τα δοκιμαστικά οι αξιολογητές; Ο κλάδος έχει καθιερώσει 5 γενικές κατηγορίεςκαι, ανάλογα με τις απαιτήσεις του πελάτη, μπορεί να καθοριστούν περισσότερες ή λιγότερες, γενικότερες ή ειδικότερες. Ακόμα και αν δεν ακολουθείται η τυπική δομή ενός δοκιμαστικού με QA Metrics (δηλαδή, ο αξιολογητής καλείται να συντάξει γενική έκθεση αξιολόγησης, χωρίς να εξετάζει συγκεκριμένα κριτήρια) αυτά τα στοιχεία λαμβάνονται υπόψη, ακόμα και υποσυνείδητα.
Μερικά συστήματα αξιολόγησης είναι της LISA (Localization Industry Standards Association), το TMS Classic και από την TAUS (Translation Automation User Society).[3] Έχουμε τις εξής γενικές κατηγορίες:
α) Ακρίβεια/Accuracy: Η μετάφραση μεταφέρει σωστά το νόημα του κειμένου πηγή; Εδώ περιλαμβάνονται τα λάθη στη μετάφραση, η ελλιπής κατανόηση του κειμένου, η ελλιπής γνώση ενός τομέα, επιλογή λάθος λέξης εκτός συγκειμένου, οι προσθήκες που προβάλλουν λάθος ισχυρισμούς ή χαρακτηριστικά, ή οι διαγραφές λέξεων, τα λάθη σε αριθμητικά στοιχεία. ημερομηνίες κ.λπ.
β) Γλώσσα/Language: ορθογραφία, τυπογραφικά, συλλαβισμός, γραμματικοί κανόνες, τονισμός, χρήση κεφαλαίων, συντακτικοί κανόνες, σημεία στίξης, ομοιόμορφη εφαρμογή λέξεων με διπλούς τύπους/διπλή ορθογραφία κ.λπ.
γ) Ορολογία/Terminology: γενική ορολογία του κλάδου, ειδική ορολογία εταιρείας, ικανότητα τήρησης γλωσσαρίου αν δίνεται, συνεπής χρήση όρων και λέξεων (πολύ σημαντικός παράγοντας για τους τελικούς πελάτες).
δ) Στυλ/Ύφος/Style: Το γενικότερο ύφος του κειμένου. Μπορεί να αφορά τη φυσική ροή του κειμένου ή το εξειδικευμένο στυλ ενός κλάδου, π.χ. ιατρικού, την επιλογή λέξεων (γενικών έναντι ειδικών). Γενικά πρόκειται για την ικανότητα του μεταφραστή να χειρίζεται το γραπτό λόγο ώστε το κείμενο να είναι ευανάγνωστο, ελκυστικό και κατάλληλου επιπέδου αναλόγως με τον τομέα. Ένα από τα παράπονα που εγείρουν οι μεταφραστικές εταιρείες κατά των πανεπιστημίων, είναι ότι το επίπεδο του γραπτού λόγου των φοιτητών είναι ανεπαρκές (!).
ε) Λειτουργικά στοιχεία/Functional: Μορφοποίηση κειμένου, αντιμετώπιση κώδικα, placeholders, πεδίων κ.λπ.
Υπόψη ότι πολλά γραφεία δεν ενημερώνουν τους μεταφραστές για τα τελικά αποτελέσματα, ωστόσο τα «καλά» γραφεία θα το κάνουν και ενδεχομένως θα επιτρέψουν στο μεταφραστή να αντικρούσει τα σχόλια, να προσθέσει παρατηρήσεις κ.λπ. Προσοχή όμως, καθώς μερικές φορές η υπερπροσπάθεια για αιτιολόγηση ορισμένων επιλογών μπορεί να στραφούν εναντίον του μεταφραστή, αποκαλύπτοντας κενά στην προσέγγιση του κειμένου, που δεν ήταν αρχικά εμφανή. Επίσης η ευγένεια στο σχολιασμό και η θετική προσέγγιση είναι ενδεικτικά της πρόθεσης για καλή συνεργασία και ομαδικότητα.
Τέλος, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η ποιότητα και ικανότητα του αξιολογητή/εξεταστή, καθώς καλείται μέσα από ένα μικρό δείγμα να κρίνει την προσπάθεια και να διακρίνει τις δυνατότητες του υποψηφίου, καθώς και τη μορφή που θα είχε μια δυνητική συνεργασία. Αν ο αξιολογητής δεν είναι επαρκούς επιπέδου, επηρεάζεται ολόκληρη η αλυσίδα της αξιολόγησης και τελικά γίνεται λάθος επιλογή, με ενδεχόμενες αρνητικές επιπτώσεις (π.χ. λάθη στη μετάφραση που προκαλούν ζημία στον τελικό πελάτη). Υπάρχουν εταιρείες που αναθέτουν το ρόλο του εξεταστή/αξιολογητή σε έμπιστους μεταφραστές ή μεταφραστές με τους οποίους έχουν πολύχρονη συνεργασία. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε τέτοιος μεταφραστής μπορεί να γίνει καλός αξιολογητής, καθώς πρέπει να είναι σε θέση να αποποιηθεί και να υπερβεί τις προσωπικές του προτιμήσεις, να αποδεχτεί τον γραπτό λόγο, τις επιλογές και τις μεθόδους ενός τρίτου που μπορεί να αποκλίνουν σημαντικά από τις δικές του, να διακρίνει τις δυνατότητες, τις αδυναμίες, τις προοπτικές εξέλιξης, να σχολιάζει βάσει του βαθμού μεταφραστικής δυσκολίας και να προσφέρει εποικοδομητικά σχόλια που βοηθούν στη βελτίωση του μεταφραστή (ακόμα και σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος), με γνώμονα το βέλτιστο αποτέλεσμα για την εταιρεία. Η βέλτιστη πρακτική είναι ο διαχωρισμός των ρόλων του μεταφραστή και του αξιολογητή/εξεταστή, προκειμένου να μην εγείρονται υποψίες για τη σκοπιμότητα των διορθώσεων/σχολίων (π.χ. εξάλειψη του «ανταγωνισμού», ώστε ο παλιός μεταφραστής να διατηρήσει την προνομιακή σχέση του με την εταιρεία).
Σύμφωνα με το πρότυπο ΕΝ 15038, που σύντομα θα αντικατασταθεί από το διεθνές πρότυπο ISO 17100, οι δεξιότητες εντός αναθεωρητή (reviser) και ενός αξιολογητή (reviewer) είναι ουσιαστικά ίδιες με του μεταφραστή, με την πρόσθετη προϋπόθεση της καλής εξειδίκευσης σε συγκεκριμένο τομέα.
α) Μεταφραστική ικανότητα/δεινότητα
β) Γλωσσική και κειμενική ικανότητα στη γλώσσα-πηγή και στη γλώσσα-στόχος (κατανόηση, χειρισμός, γνώση κειμενικών συμβάσεων καθημερινών και εξειδικευμένων κειμένων, δυνατότητα εφαρμογής γνώσης)
γ) Ικανότητα έρευνας (αναζήτηση, χρήση εργαλείων, ανάπτυξη στρατηγικών), απόκτησης και επεξεργασίας πληροφοριών
δ) Πολιτισμικές ικανότητες: συμπεριφορές, αξίες, πληροφορίες
ε) Τεχνικές ικανότητες: για προετοιμασία και παραγωγή μεταφράσεων
Επιπλέον, από την εμπειρία, πρέπει να τηρεί τις εξής προϋποθέσεις
α) Πρέπει να είναι φυσικός ομιλητής της γλώσσας-στόχος.
β) Πρέπει να έχει εμπειρία και πολύ καλές γνώσεις του θέματος/τομέα/προϊόντος/επιστημονικού πεδίου….
γ) Πρέπει να έχει εμπειρία και να γνωρίζει διάφορες πτυχές και λειτουργίες του μεταφραστικού κλάδου: μετάφραση, localisation, στοιχεία προγραμματισμού.
δ) Πρέπει να μπορεί να διαβάζει οδηγίες, να τις απορροφά γρήγορα και να τις εφαρμόζει.
ε) Πρέπει να έχει ικανότητα αντικειμενικής εξέτασης και σωστής ανάθεσης βαρύτητας του σφάλματος, δηλαδή να έχει γνώσεις για το βαθμό μεταφραστικής δυσκολίας, και τα κριτήρια αξιολόγησης μιας μετάφρασης.
Και όλα αυτά με γνώμονα τον πελάτη, ρωτώντας: Αν εγώ έκανα μια πρόσληψη, πώς θα ήθελα να είναι ο υποψήφιος;
Αλλά το σημαντικότερο είναι να έχει υιοθετήσει μια φιλοσοφία αξιολόγησης που δεν εστιάζει μόνο στην ποιότητα ενός μικρού δείγματος, αλλά και στην ποιότητα της ενδεχόμενης συνεργασίας μακροπρόθεσμα και τις δυνατότητες προσαρμογής και εξέλιξης.
[1] Bλ. επίσης http://wiki.proz.com/wiki/index.php/Performing_free_test_translations και http://wiki.proz.com/wiki/index.php/Test_translations_as_tools_for_agencies. Πρόσβαση: 13/04/2016.
[2] Βλ. https://en.wikipedia.org/wiki/Transcreation για έναν ορισμό του transcreation. Πρόσβαση: 13/04/2016.
[3] Βλ. https://www.taus.net/think-tank/articles/evaluate-articles/four-crossings-before-solving-the-translation-quality-evaluation-dilemma. Πρόσβαση: 13/04/2016.
H Δήμητρα Σταφυλιά σπούδασε μετάφραση στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Διαθέτει μεταξύ άλλων μεταπτυχιακό MA in European Business and Languages από το South Bank University και το European Masterʼs in Human Rights and Democratisation (E.MA). Πιστεύει ακράδαντα στην ανάγκη ενεργειών που αναδεικνύουν τη μετάφραση ως επάγγελμα και τον μεταφραστή ως εξειδικευμένο επαγγελματία. Εργάζεται ως ελεύθερη επαγγελματίας μεταφράστρια από το 2002. Από το 2015 είναι Ταμίας και μέλος του Δ.Σ. της FIT Europe.